Ο φορομπήχτης Σατράπης

αβραντίνης βουλευτής φορολογία

Ο Τζέιμς Χένεητζ στο ενδιαφέρον βιβλίο του «Τα τείχη του Βυζαντίου» αναφέρει ένα ενδιαφέρον περιστατικό: Στην αυλή του Ταμερλάνου στη Σαμαρκάνδη, οι Βάραγγοι αγγελιαφόροι του Αυτοκράτορα Μανουήλ του ΄Β, απεσταλμένοι στα βάθη της μεγάλης αυτοκρατορίας των Τιμουριδών με σκοπό να πείσουν τον θρυλικό ηγεμόνα να στραφεί εναντίον των Οθωμανών του Βαγιαζίτ του ΄Α, γίνονται μάρτυρες μιας σκληρής δημόσιας εκτέλεσης ενός σατράπη της Κεντρικής Ασίας. Ο επικεφαλής των Βαράγγων Λουκάς Μάγκορις μένει άναυδος όταν πληροφορείται ότι ο λόγος της εκτέλεσης είναι ότι ο δυστυχής σατράπης είχε εισηγηθεί να αυξηθούν οι φόροι στην περιοχή του κάτι που προκάλεσε την οργή του τρομερού Ταμερλάνου.

Ο σκληροτράχηλος Βάραγγος ήξερε καλά ότι στο Βυζάντιο η δυσβάστακτη φορολογία αποτελούσε τον κανόνα. Πράγματι, η διαρκώς αυξανόμενη «σε μήκος, πλάτος, ύψος» φορολογία εκ μέρους όλων σχεδόν των αυτοκρατόρων μετά τη Μακεδονική δυναστεία είχε μετατρέψει το φόρο στον «καλύτερο φίλο του ανθρώπου» από την ημέρα της γεννήσεώς του μέχρι πέραν του τάφου του. Το κακό ήταν ότι ταυτοχρόνως με τη δυσβάστακτη φορολογία των εμπόρων και των ιδιοκτητών υπήρχαν και σκανδαλώδεις εξαιρέσεις από αυτή κυρίως των κρατικών αξιωματούχων, των γραφειοκρατών, της εκκλησιαστικής –ιδίως της μοναστηριακής- περιουσίας και των ευγενών. 

Και ήταν αυτή η βαριά και άδικη φορολογία σε συνδυασμό με την απερίσκεπτη αύξηση των κρατικών δαπανών, η κύρια αιτία –μαζί βεβαίως με τις κατά καιρούς θρησκευτικές διαφορές (λ.χ. Βογγόμιλοι, εξέγερση Αρσενιατών) - του συνεχιζόμενου για σχεδόν τρεις αιώνες εδαφικού ακρωτηριασμού της πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας και της οριστικής απώλειας της Μικράς Ασίας στις αρχές του 14ου αιώνα. Οι μικροϊδιοκτήτες και ελεύθεροι αγρότες των ακριτικών περιοχών μούλτεψαν για να γλιτώσουν από τους φόρους της βυζαντινής διοίκησης.

Η παραπάνω ιστορία είναι διδακτική. Η φορολογική πολιτική είναι κρίσιμος παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ενός κράτους. Η εύρωστη, ανταγωνιστική και υγιής οικονομία είναι με τη σειρά της προϋπόθεση για την ανεξαρτησία και την μακροημέρευση ενός κράτους.

Σύμφωνα με την Έκθεση για την ανταγωνιστικότητα των χωρών του Παγκόσμιου Οικονομικού Forum το 2017 η Ελλάδα καταλαμβάνει σε όλα τα κριτήρια την 87η θέση (υποχωρώντας κατά μία θέση σε σχέση με το 2016), μεταξύ 137 χωρών και βρίσκεται πίσω από χώρες, όπως το Μπουτάν, το Τατζικιστάν, η Σρι Λάνκα κοκ.

Στην ίδια έκθεση ο πιο προβληματικός παράγοντας για να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα καταγράφονται οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές με ποσοστό 20,3% ξεπερνώντας για πρώτη φορά τη γραφειοκρατία (δεύτερος παράγοντας με 18,1%). Σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητα της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας (τρίτος παράγοντας με 14,1%) το ζήτημα της φορολογίας αλλά και του μεγέθους του δημοσίου τομέα αποτελούν τα μεγαλύτερα εμπόδια εξόδου από την κρίση της ελληνικής οικονομίας και τα μεγαλύτερα «κίνητρα» εξόδου από τη χώρα παραγωγικών ατόμων και επιχειρήσεων.

Υπό τις παρούσες συνθήκες η δραστική μείωση των φόρων είναι μονόδρομος για την επόμενη κυβέρνηση.